Η περιοδοντική νόσος είναι μια πολύ συνηθισμένη κατάσταση που συναντάμε με τη μία ή την άλλη μορφή στους περισσότερους ανθρώπους πάνω από 35 ετών. Πρόκειται για μια φλεγμονή των ιστών που βρίσκονται γύρω από το δόντι και το στηρίζουν, δηλαδή των ούλων, των περιοδοντικών συνδέσμων και του οστού. H φλεγμονή ξεκινά από τα ούλα με τη μορφή της γνωστής μας ουλίτιδας αλλά χωρίς την κατάλληλη θεραπεία προσβάλλει και το οστό της γνάθου, προκαλώντας περιοδοντίτιδα.
Βασική αιτία της περιοδοντικής νόσου είναι η πλάκα και η πέτρα που συσσωρεύονται κατά μήκος της γραμμής των ούλων αλλά και κάτω από αυτήν. Κατ’ επέκταση βέβαια αιτία είναι η κακή στοματική υγιεινή που επιτρέπει στην πλάκα να συσσωρευτεί και να εξελιχθεί σε πέτρα.
Η οδοντική πλάκα είναι ένα λεπτό, κολλώδες και άχρωμο στρώμα βακτηρίων και άλλων μικροοργανισμών που συσσωρεύεται διαρκώς στα δόντια και τη γραμμή των ούλων ανάμεσα στα βουρτσίσματα. Με την καλή στοματική υγιεινή μπορούμε να αφαιρούμε την πλάκα, αλλά αν αυτή παραμένει στα δόντια μας, σταδιακά σκληραίνει και μετατρέπεται σε πέτρα, η οποία δεν απομακρύνεται με το βούρτσισμα αλλά μόνο με καθαρισμό στο ιατρείο. Αν δεν επέμβουμε έγκαιρα, η πέτρα εισχωρεί όλο και περισσότερο κάτω από τη γραμμή των ούλων, δημιουργώντας θύλακες ανάμεσα στα ούλα και τα δόντια. Όσο συνεχίζεται αυτή η διαδικασία, η φλεγμονή επηρεάζει τους περιοδοντικούς ιστούς, το δόντι αποκολλάται κι άλλο από το ούλο και το οστό αρχίζει να καταστρέφεται.
Άλλοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο περιοδοντικής νόσου είναι το κάπνισμα, η ηλικία, η γενετική προδιάθεση, ο βρυγμός (τρίξιμο των δοντιών), η λήψη κάποιων φαρμάκων, ορθοδοντικά προβλήματα που δυσκολεύουν το καθάρισμα των δοντιών κ.ά.
Το πρώτο στάδιο και πιο συνηθισμένη μορφή της περιοδοντικής νόσου είναι η ουλίτιδα, δηλαδή η φλεγμονή των ούλων από τη συσσώρευση οδοντικής πλάκας. Οι βλάβες που προκαλεί η ουλίτιδα είναι αναστρέψιμες, αφού δεν προσβάλλεται το οστό και οι συνδετικοί ιστοί που συγκρατούν το δόντι.
Είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπίζουμε την ουλίτιδα έγκαιρα ώστε να την εμποδίσουμε να εξελιχθεί σε περιοδοντίτιδα. Τα συμπτώματα που θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε αν πάσχουμε από τη νόσο είναι τα εξής:
Η ουλίτιδα δεν προκαλεί πόνο και γι’ αυτό πολλοί άνθρωποι δεν δίνουν την απαιτούμενη προσοχή στα παραπάνω συμπτώματα. Έτσι, η κατάσταση επιδεινώνεται, μολονότι η αντιμετώπιση της ουλίτιδας είναι στην πραγματικότητα πολύ απλή και αποτελεσματική.
Το βασικό μας όπλο κατά της ουλίτιδας είναι οι τακτικοί έλεγχοι και ο καθαρισμός στο ιατρείο. Αφού κάνουμε έναν αναλυτικό κλινικό έλεγχο, θα αφαιρέσουμε με ειδικά εργαλεία και συσκευή υπερήχων όλη την πλάκα και την πέτρα που έχουν συσσωρευτεί στην ορατή επιφάνεια των δοντιών και γύρω από τη γραμμή των ούλων. Στο τέλος θα λειάνουμε και θα στιλβώσουμε την επιφάνεια των δοντιών ώστε να απομακρύνουμε τα επιφανειακά στίγματα και να βελτιώσουμε την αισθητική τους εικόνα. Η διαδικασία είναι ανώδυνη, μπορεί να ολοκληρωθεί σε μία μόλις επίσκεψη, ενώ συνήθως δεν χρειάζεται καν τοπική αναισθησία.
Μετά τον καθαρισμό και ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να σας συστήσουμε κάποια αντιμικροβιακά στοματικά διαλύματα που θα λαμβάνετε για ένα μικρό διάστημα. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσουμε τοπικά αντιβιοτικά που τοποθετούμε απευθείας στους περιοδοντικούς θυλάκους μετά τον καθαρισμό.
Φυσικά, για να είναι αποτελεσματική και μόνιμη η θεραπεία της ουλίτιδας, θα πρέπει να τηρούμε πιστά τους κανόνες στοματικής υγιεινής. Το συστηματικό βούρτσισμα και η χρήση νήματος για την απομάκρυνση υπολειμμάτων τροφών από τα δόντια θα εμποδίσουν τη συσσώρευση οδοντικής πλάκας.
Αν η ουλίτιδα δεν θεραπευτεί έγκαιρα εξελίσσεται σε περιοδοντίτιδα που περιλαμβάνει διάφορες φάσεις ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος. Στην περιοδοντίτιδα η πλάκα και η πέτρα εισχωρούν κάτω από τα ούλα, δηλαδή σε σημείο που δεν φτάνει η οδοντόβουρτσα για να τις απομακρύνει. Η φλεγμονή δεν προσβάλλει πια μόνο τα ούλα αλλά και το οστό της γνάθου και τους περιοδοντικούς συνδέσμους που αρχίζουν να αποδομούνται και να καταστρέφονται. Το δόντι αρχίζει να αποκολλάται από τα ούλα με αποτέλεσμα να σχηματίζεται κενό ανάμεσά τους. Το κενό αυτό (περιοδοντικοί θύλακοι) σταδιακά βαθαίνει, η απώλεια οστού μεγαλώνει και, αν δεν επέμβουμε έγκαιρα, το δόντι χάνει τη στήριξή του, χαλαρώνει και τελικά χάνεται.
Παρότι η περιοδοντίτιδα είναι σοβαρή πάθηση, συνήθως μπορούμε να σταματήσουμε την εξέλιξή της και να διορθώσουμε τις βλάβες που έχει προκαλέσει. Η αντιμετώπισή της γίνεται είτε συντηρητικά είτε χειρουργικά ανάλογα με την έκταση του προβλήματος.
Συμπτώματα της περιοδοντίτιδας είναι τα εξής:
Κατά τη συντηρητική θεραπεία προχωρούμε στο βαθύ καθαρισμό των δοντιών (αποτρύγωση και ριζική απόξεση) με χορήγηση τοπικής αναισθησίας. Με το βαθύ καθαρισμό δεν αφαιρούμε πλάκα και πέτρα μόνο κάτω από τη γραμμή των ούλων αλλά και από την επιφάνεια της ρίζας του δοντιού ώστε να περιορίσουμε τη φλεγμονή Η διαδικασία γίνεται με ειδικά εργαλεία χειρός και τη χρήση συσκευής υπερήχων που με μικρές δονήσεις σπάει την συσσωρευμένη πέτρα. Αφού καθαρίσουμε σχολαστικά τα δόντια, λειαίνουμε την επιφάνεια της ρίζας του δοντιού ώστε να εμποδίσουμε τα βακτήρια να συσσωρευτούν ξανά. Σκοπός της θεραπείας είναι να επαναπροσκολληθούν τα ούλα στο δόντι και να μειωθεί το βάθος των περιοδοντικών θυλάκων. Για να απολυμάνουμε την περιοχή και να διευκολύνουμε την επούλωση, μπορεί να χρησιμοποιήσουμε και τοπικά αντιβιοτικά κατευθείαν μέσα στους περιοδοντικούς θυλάκους.
Μετά τη θεραπεία κάποιες ενοχλήσεις και ευαισθησία των δοντιών είναι αναμενόμενες και θα υποχωρήσουν γρήγορα. Πολύ σημαντικό είναι να ελέγχουμε την πορεία της επούλωσης και την κατάσταση των περιοδοντικών θυλάκων. Ασφαλώς η θεραπεία πρέπει να συνοδευτεί από άριστη στοματική υγιεινή ώστε να διατηρήσουμε το αποτέλεσμά της.
Σε περιπτώσεις πιο προχωρημένης περιοδοντίτιδας η συντηρητική θεραπεία μπορεί να μην αρκεί. Τότε θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε χειρουργικά χρησιμοποιώντας κάποιες από τις παρακάτω θεραπείες:
Με αυτήν τη διαδικασία μειώνουμε το κενό ανάμεσα στο ούλο και το δόντι και αναστέλλουμε την περαιτέρω καταστροφή του οστού. Για να έχουμε πρόσβαση σε όλο το εύρος των περιοδοντικών θυλάκων και να μπορούμε να καθαρίσουμε καλύτερα τους ιστούς, αναδιπλώνουμε τα ούλα. Συνήθως χρειάζεται και να λειάνουμε την επιφάνεια του οστού, προκειμένου να εξαλείψουμε ανωμαλίες στην επιφάνειά του που θα μπορούσαν να γίνουν εστίες μικροβίων. Εξομαλύνοντας το οστό βοηθάμε επίσης και στην ταχύτερη επαναπρόσφυση των ούλων. Στο τέλος της επέμβασης επανατοποθετούμε τα ούλα στη θέση τους με ράμματα ώστε να περικλείουν σφιχτά το δόντι. Σε κάποιες περιπτώσεις πάντως, αντί να ανασηκώσουμε τα ούλα, κάνουμε στην επιφάνειά τους μια τομή (ουλικός κρημνός).
Χαρακτηριστικό της περιοδοντικής νόσου σε πιο προχωρημένο στάδιο είναι η μεγάλη απώλεια οστού που οδηγεί και σε απώλεια στήριξης του δοντιού. Μπορούμε όμως να αναγεννήσουμε το οστό χρησιμοποιώντας οστικά μοσχεύματα. Το μόσχευμα τοποθετείται στο υπάρχον οστό, αφού βέβαια η περιοχή έχει απολυμανθεί προκειμένου να εξαλείψουμε τη φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών. Ουσιαστικά το μόσχευμα λειτουργεί σαν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο ο οργανισμός θα αναπτύξει νέο οστό μέσα από μια μια φυσική αναγεννητική διαδικασία.
Τα μοσχεύματα έχουν εφαρμογή και στην τοποθέτηση εμφυτευμάτων όταν έχουμε μεγάλη απορρόφηση οστού μετά την απώλεια ενός ή περισσότερων δοντιών και δεν μπορούμε να στηρίξουμε επαρκώς το εμφύτευμα.
Η περιοδοντική νόσος προκαλεί υποχώρηση (υφίζηση των ούλων) με αποτέλεσμα να φαίνεται όλο και περισσότερο η ρίζα του δοντιού και να εκτίθεται έτσι σε πλάκα και πέτρα. Απώλεια ουλικού ιστού μπορεί να έχουμε και στην περίπτωση που έχει χρειαστεί να αφαιρέσουμε ένα μολυσμένο τμήμα του ούλου. Για να το αναπληρώσουμε, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μαλακό ιστό από την υπερώα του ασθενή που θα λειτουργήσει σαν ουλικό μόσχευμα και θα καλύψει τις εκτεθειμένες ρίζες.
(+30) 210 5010050
info@xenidoudental.gr